γνώσομαι

γνώσομαι
γιγνώσκω
come to know
fut ind mid 1st sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • γνώσομ' — γνώσομαι , γιγνώσκω come to know fut ind mid 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • познати — ПОЗНА|ТИ (388), Ю, ѤТЬ гл. 1.Познать, постичь: Крѣпъкъ силою зьрѧи вьсего. и очи ѥго на боѧштиихъсѧ ѥго. и тъ познаѥть вьсѧко дѣло чл҃чско. (ἐπιγνώσεται) Изб 1076, 178; Во ньже д҃нь аще призовѹ тѧ. се познахъ ˫ако б҃ъ мои ѥси ты. СбЯр XIII2, 29… …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • επανάβασις — ἐπανάβασις, η (Α) [επαναβαίνω] 1. ανέβασμα σε ψηλότερη βαθμίδα («τότε γνώσομαι τὴν ἱερωσύνην οὐκ ἀπόβασιν οὖσαν τῆς φιλοσοφίας ἀλλ ἐπανάβασιν», Συν.) 2. η αναζήτηση ύψιστων αρχών 3. (για σφυγμό) διαστολή …   Dictionary of Greek

  • πρόθυρο — το / πρόθυρον, ΝΜΑ, και προθίουρον Α (στον εν. και συν. στον πληθ.) τα πρόθυρα α) ο χώρος που βρίσκεται μπροστά από τη θύρα ή γύρω από αυτήν (α. «τα πρόθυρα τής Ακαδημίας» β. «οὗτος ὁ Μιλτιάδης κατήμενος ἐν τοῑσι προθύροισι τοῑσι ἑωυτοῡ», Ηρόδ.)… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”